σαρκικά

σαρκικά
σαρκικός
neut nom/voc/acc pl
σαρκικά̱ , σαρκικός
fem nom/voc/acc dual
σαρκικά̱ , σαρκικός
fem nom/voc sg (doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • σαρκικάς — σαρκικά̱ς , σαρκικός fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • плътьскыи — (264) пр. 1.Относящийся к телу, телесный; физический: Гл҃ють ˫ако… троицѧ. ˫аже ѥсть вьсеи твари по ‹сѹ›щьствѹ невидима. плътьскыима очима бысть видѣтi. ѿ приходѧщиихъ въ гл҃ѥмоѥ. ѿ нихъ бестрастиѥ. (σαρκός) КЕ XII, 286а; жидове въ сѹботѹ и во… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • καπρί — το 1. ο επιβήτορας χοίρος 2. (για άνδρες και γυναίκες) ο αχαλίνωτος στα σαρκικά πάθη. [ΕΤΥΜΟΛ. < *καπρίον, υποκορ. τού κάπρος] …   Dictionary of Greek

  • λυδοπαθής — λυδοπαθής, ές (Α) ηδυπαθής σαν Λυδός, επιρρεπής στα σαρκικά πάθη, φιλήδονος. [ΕΤΥΜΟΛ. < Λυδός + παθής (< πάθος)] …   Dictionary of Greek

  • σάρκινος — η, ο / σάρκινος, ίνη, ον, ΝΜΑ αυτός που αποτελείται από σάρκα ή ο όμοιος με σάρκα, ο σαρκώδης («καὶ τὸ μὲν διφυὲς τοῡ στόματος παρίσθμιον, τὸ δὲ πολυφυὲς οὖλον σάρκινα δὲ ταῡτα», Αριστοτ.) μσν. φρ. «σάρκινος ἤτοι γυργαθός» πιθ. καλάθι, σαργάνη*… …   Dictionary of Greek

  • σαρκικός — ή, ό / σαρκικός, ή, όν, ΝΜΑ [σάρξ, σαρκός] 1. αυτός που αποτελείται από σάρκα, ο σάρκινος 2. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην σάρκα, δηλαδή στην υλική υπόσταση τού ανθρώπου, σε αντιδιαστολή προς το πνεύμα και την ψυχή, ο σωματικός (α. «σαρκικός …   Dictionary of Greek

  • στέργω — ΝΜΑ, και στρέ(γ)ω Ν 1. αποδέχομαι κάτι, συγκατατίθεμαι σε κάτι, ανέχομαι, υπομένω κάτι (α. «μέ κυνηγάει γιατί δεν έστερξα να υποταχθώ στις θελήσεις του» β. «στέρξω... τῇ ἐμῇ τύχη», Πλάτ.) 2. παροιμ. φρ. «στέργε μεν τα παρόντα, ζήτει δε τα… …   Dictionary of Greek

  • υπογαργαλίζω — Μ 1. γαργαλώ λίγο ή κρυφά 2. συνεκδ. ερεθίζω, ιδίως σαρκικά …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Φιλοσοφία και Σκέψη — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Η φιλοσοφία ως κατανοητικός λόγος Όταν κανείς δοκιμάζει να προσεγγίσει την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, πρωτίστως έρχεται αντιμέτωπος με το ερώτημα για τη γένεσή της. Πράγματι, η νέα ποιότητα των φιλοσοφικών θεωρήσεων της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”